CHUCK SCHULDINER - DEATH : ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΜΕΡΟΣ Α'




 Chuck Schuldiner…Death...Control Denied…

Λέξεις και ονόματα που και μόνο στο άκουσμα ή στην ανάγνωση τους προκαλούν δέος και θαυμασμό..

Μια δισκογραφία που μια ακρόαση της αρκεί για να αναθεωρήσει κανείς όλα όσα ξέρει για την metal μουσική.
Μια προσωπικότητα  τόσο ισχυρή που έφτασε στο σημείο να παρεξηγηθεί…

Ένας φιλόσοφος, που τα είχε βάλει με φιλοσόφους.
Ένας άνθρωπος που δέχτηκε πόλεμο όσο λίγοι από τα media, αλλά ευτυχώς, πρόλαβε και να δοξαστεί όπως του άξιζε και σίγουρα αν ζούσε σήμερα θα μπορούσε άνετα να καυχιέται ότι είναι ο ιδρυτής και η κινητήριος δύναμη του μοναδικού (ναι , του μοναδικού) συγκροτήματος στην ιστορία της μουσικής που δεν «κατάφερε» να βγάλει ούτε ένα απλά καλό άλμπουμ , αλλά κατάφερε να κάνει τους οπαδούς του να «τσακώνονται» για το πιο είναι το καλύτερο , από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο.
Ναι, γιατί όλοι συμφωνούν πως οι DEATH κυκλοφόρησαν μονάχα αριστουργήματα , από τα οποία κανείς οπαδός τους δεν μπορεί με βεβαιότητα να διαλέξει πιο είναι το καλύτερο και πιο το λιγότερο σπουδαίο…

Σε προσωπικό επίπεδο , οι Death , μαζί με δύο ακόμη συγκροτήματα, είναι οι αγαπημένοι μου στον χώρο της μουσικής και ο Chuck σαν κιθαρίστας θα έχει πάντα ξεχωριστή θέση ανάλογη με αυτή του Roth, ενώ παράλληλα  θεωρώ πως υπήρξε ο κορυφαίος mastermind/συνθέτης/ κινητήριος δύναμη μπάντας που έχει περάσει ποτέ από την μουσική μας..
Γενικά καταλήγω ότι οι death ήταν η πιο αληθινή metal μπάντα που υπήρξε ποτέ, χωρίς να νοιαστεί ποτέ για την εμπορική απήχηση , χωρίς singles , χωρίς υποχωρήσεις..

Κλείνοντας, ή μάλλον ξεκινώντας για αυτό το όμορφο ταξίδι στο παρελθόν, πρέπει να πω ότι δεν διάλεξα εγώ να κάνω αυτό το αφιέρωμα, αλλά αυτό διάλεξε εμένα , μιας και η κίνηση αυτή αποτελεί ένα μικρό φόρο τιμής τόσο στον Chuck, όσο και σε ένα παλιό φίλο…

Γεννημένος στις 13/5/67, ο  Charles Michael Schuldiner, ή αλλιώς ο «δικός μας» Chuck, βρέθηκε από πολύ νωρίς αντιμέτωπος με την σκληρή πλευρά της ζωής.
Αν και αυτό το γεγονός τον ώθησε τελικά να ασχοληθεί με την μουσική, είναι τραγικό το ότι μόλις στα εννιά του χρόνια , θα χάσει σε τροχαίο τον 16-χρονο αδερφό του.
Η μητέρα του για να τον βοηθήσει με την θλίψη του, του έκανε δώρο μια ακουστική κιθάρα και προσέλαβε μια δασκάλα για να ξεκινήσει μαθήματα με σκοπό να τον κάνει έτσι να  ξεχαστεί.
Ο ίδιος , δυσαρεστημένος με τα παιδικά τραγούδια που μάθαινε, παράτησε τα μαθήματα μέσα σε ένα χρονο, για να ασχοληθεί λίγο αργότερα εκ νέου ,με την ηλεκτρική κιθάρα που και πάλι  η μητέρα του αγόρασε.

Η ιστορία όμως του πρώτου του συγκροτήματος του ξεκινά από το 1983, όπου καταγράφεται η ίδρυση της  πρώτης, πρώιμης μορφής των death : οι “Μantas” .
Οι Chuck (κιθάρα, φωνή) ,kam lee (τύμπανα/φωνή) και Rick rozz (κιθάρα), αρχίζουν να δίνουν διάφορα live κάνοντας αίσθηση στο underground κίνημα της εποχής.
Από την επόμενη χρονιά μέχρι και το 1986, είτε ως mantas είτε ως death, θα κυκλοφορήσουν πάρα πολλές demo κασέτες , με ηχογραφήσεις νέων τραγουδιών ,αλλά και ολόκληρες συναυλίες υπό την μορφή των bootlegs.
(εδώ σκόπιμα θα αναφέρουμε τις «στούντιο» demo κυκλοφορίες , που αποτελούν και τρόπον τινά , δισκογραφία του γκρουπ ).

Με την προαναφερθείσα σύνθεση, οι mantas θα κυκλοφορήσουν το 84’, το demo-ντεμπούτο τους “Death by metal”.
Πολύ γρήγορα , οι mantas δεν αλλάζουν ,όπως πολλοί πιστεύουν ,το όνομα τους  σε death. Απλώς διαλύονται.



Ο chuck την ίδια χρονιά φορμάρει τους Death και καταλήγει και πάλι στα ίδια ,με τους mantas, μέλη, ενώ επανατυπώνουν το “death by metal” demo τους , αυτή τη φορά με το logo των death και με ελαφρώς διαφοροποιημένο track list.Την ίδια χρονιά θα κυκλοφορήσει και το “reign of terror” demo tape, ενώ στις αρχές του 85’ θα βγει και το “infernal death”.
Πρόκειται για τρία σπουδαία και θρυλικά demos ,ηχογραφημένα στο προβάδικο τους, με το “rec” του κασετόφωνου πατημένο,  τα οποία περιέχουν τραγούδια-ορόσημα της ακραίας underground σκηνής της δεκαετίας του 80, με θορυβώδη ερασιτεχνική ηχογράφηση και νεανικό πάθος.
Όλα αυτά χωρίς να ξεχνάμε το μικρότερης σημασίας , αλλά σίγουρα άξιο one track demo tape “rigor mortis”.


Όμως τα πράγματα δεν πήγαιναν όπως ο chuck πίστευε και έτσι μετά από μερικές αλλαγές μελών, ο ίδιος θα ενώσει τις δυνάμεις του με τους Καναδούς “slaughter”.
Φυσικά δεν ήταν ποτέ δυνατόν ένας τέτοιος μουσικός να παίζει σε άλλη μπάντα κι έτσι ,αφού πρώτα «στόλισε» (τυπικός , νεαρός chuck) σε συνέντευξη του τα μέλη των slaughter, επιστρέφει στο δικό του συγκρότημα  ,έστω και χωρίς κανένα μέλος, , βλέποντας ότι οι kam lee και rick rozz έχουν δημιουργήσει το δικό τους γκρουπ, τους massacre (θα τους δούμε και αργότερα) .



Με την βοήθεια του chris reifert (drums) , ο Chuck (που μετακόμισε στο San Francisco )θα κυκλοφορήσει το σημαντικότερο (και καλύτερο) demo του (“mutilation”), το οποίο και θα του εξασφαλίσει και το πολυπόθητο δισκογραφικό συμβόλαιο με την combat.
To μόνο «κακό» (για εμάς βέβαια) είναι ότι παρ’ολίγον σε αυτό το demo να έπαιζε και ο πολύς Steve digiorgio, ο οποίος πέρασε για ένα φεγγάρι και μόλις είχε αποχωρήσει.
 Φυσικά και αυτόν θα τον δούμε παρακάτω.

Με αυτή τη σύνθεση οι Death κυκλοφορούν το εμβληματικό “scream bloody gore” άλμπουμ.
Ο Chuck εδώ ανέλαβε την ηχογράφηση πρώτης και δεύτερης κιθάρας (o john hand που αναγράφεται στο ένθετο μπήκε στο συγκρότημα μετά το πέρας των ηχογραφήσεων και έφυγε σχεδόν αμέσως), τα φωνητικά και το μπάσο, αφήνοντας μονάχα τα τύμπανα στον chris reifert .
Μια μπάντα μόνος του.
Με ένα φοβερό εξώφυλλο από τον Ed Repka και μια «σκονισμένη» παραγωγή  από τον randy burns , οι Death ακροβατούν ανάμεσα σε death metal ατμόσφαιρα και thrash vibes με έναν Chuck να σου παγώνει το αίμα με τα βάρβαρα φωνητικά του και τα υπερηχητικά του riffs.
Σίγουρα ότι πιο ακραίο είχε ακουστεί μέχρι τότε , το “scream bloody gore” άφησε αρκετά κλασικά τραγούδια όπως τον ύμνο “zombie ritual” το ισοπεδωτικό εναρκτήριο “infernal death” ή το thrashy “evil dead” του οποίου η μελωδική εισαγωγή «έδειχνε» κάτι από την εξέλιξη που θα ερχόταν στο μέλλον .
Αξίζει να σημειωθεί, πως η εταιρία φρόντισε να κάνει πιο ελκυστικό το, σχετικά νεοεισαχθέν τότε στην αγορά, cd , σε σχέση με το βινύλιο. Eτσι η έκδοση του cd υπερτερούσε κατά 2 τραγούδια (“land of no return”,”beyond the unholy grave”) έναντι του βινυλίου.



Όπως και να έχει, o δίσκος περιείχε μονάχα δυνατές στιγμές και το underground κοινό , έχοντας έρθει από τα demo κιόλας, σε επαφή με τραγούδια-σταθμούς όπως “mutilation” , “baptized in blood”, αγκάλιασε το άλμπουμ , δίνοντας ώθηση στους death για μια συνέχεια πέρα από κάθε φαντασία.
 Για πολλούς, αποτελεί το πρώτο death metal album που κυκλοφόρησε ποτέ, το οποίο ακόμη “τσακώνεται” με το “seven churches” των possessed για αυτό το αξίωμα..
Αν και ο Chuck από τότε ακόμα δεν διεκδικούσε το «στέμμα» (δήλωνε και αυτός –ως μεγάλος οπαδός τους- τους possessed ως «υπεύθυνους»), προσωπικά πιστεύω πως όντως το “scream…” είναι το πρώτο ολοκληρωμένο death metal album, μιας και σε σύγκριση με το “seven churches” έχει λιγότερα thrash riffs , πιο βίαια φωνητικά και πιο «πικρή» ατμόσφαιρα.

Όλα αυτά όμως λίγη σημασία έχουν μιας και το εν λόγω άλμπουμ , άφησε ιστορία και επηρέασε με κάθε πιθανό τρόπο πολλά συγκροτήματα.
Από στιχουργικής πλευράς (όλα σχεδόν τα κομμάτια αναφέρονται σε “gore” ταινίες), πολλά συγκροτήματα που μας απασχόλησαν τα επόμενα χρόνια, στήριξαν την καριέρα τους πάνω στην θεματολογία του “scream…”, ενώ τα φωνητικά του Chuck αποτέλεσαν την βάση για τα λεγόμενα “death growls” που αποτελούν σήμα κατατεθέν του death metal μέχρι και σήμερα.

Αν oι Death είχαν διαλυθεί μετά από αυτό το δίσκο, είναι βέβαιο ότι, μέχρι και σήμερα θα αποτελούσαν μέρος των μεγαλύτερων death metal αφιερωμάτων και πιθανότητα το “scream…” θα στρογγυλοκαθόταν «εκνευριστικά» στην κορυφή οποιασδήποτε λίστας σχετικά με το εν λόγω ιδίωμα.

Ο Chuck όμως είχε βάλει στόχο να μας «αναγκάσει» να "αδικούμε" μέχρι και σήμερα τον δίσκο αυτό, όταν έβαλε πλώρη για μια πορεία που περιλάμβανε δίσκους με αξιοπρόσεκτη ποιοτική διαφορά από το ιστορικό και φοβερό αυτό ντεμπούτο…


Έχοντας λάβει δυνατές κριτικές από τύπο και κοινό και γνωρίζοντας από πρώτο χέρι ποιο είναι το κλειδί της βάσης για την φήμη ενός συγκροτήματος, ο Chuck έπρεπε να ξεκινήσει τις συναυλίες.
Eτσι αποφασίζει να επιστρέψει στην Florida.
Ο chris reifert αποτελεί παρελθόν, μιας και δεν μπορεί να ακολουθήσει, θέλοντας να παραμείνει για  να τελειώσει τις σπουδές του και θα κάνει καριέρα αργότερα μέσω των Autopsy, ενώ ο Chuck ξανά-ενώνει τις δυνάμεις του με τους παλιούς του συνεργάτες, πλέον μέλη των massacre.
Ή μάλλον ,περίπου..
Ο kam lee δεν χρειάζεται πλέον , μιας και όπως είναι γνωστό, τα φωνητικά τα έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου ο Chuck, έτσι επιστρατεύεται ο παλιός μας γνώριμος Rick rozz , συμπληρώνοντας μαζί με τον Chuck το κιθαριστικό δίδυμο των Death, ενώ σε τύμπανα και μπάσο θα δούμε τους (επίσης massacre) Bill Andrews και Terry Butler αντίστοιχα.
Αυτό είναι και το πρώτο «κανονικό» και ίσως το προτελευταίο «αληθινό» line-up που είχαν ποτέ οι death.
Τελικά δεν θα γίνει καμιά περιοδεία παρά μόνο κάποια τοπικά live, με τον Chuck να προτιμά να μπουν γρήγορα στο studio με σκοπό να ηχογραφήσουν το νέο album τους , του οποίου μερικά τραγούδια ήδη έπαιζαν ζωντανά.

Και σωστά έπραξαν..




Οι Death βγαίνουν από τα morrisound studios, έχοντας   μόλις ηχογραφήσει το αριστούργημα, το απίστευτο μνημείο του death (και όχι μόνο) metal , “Leprosy” (1988).
Δεν υπάρχουν λόγια που να μπορούν να περιγράψουν το πόσο εκπληκτικό είναι το άλμπουμ αυτό.
Με ένα από τα καλυτέρα εξώφυλλα όλων των εποχών και πάλι από τον Repka, συνοδευόμενο από μία υποδειγματική παραγωγή από τον Dan Johnson , οι Death γράφουν ιστορία και με ένα αυτό το διαμάντι , αφήνουν χιλιόμετρα  πίσω τους το ντεμπούτο.
Από πού να αρχίσεις και που να τελειώσεις.
Από το επικό ομώνυμο κομμάτι που ανοίγει το άλμπουμ;
Το απίστευτο “born dead” που σου παίρνει τα μυαλά, ή το ανατριχιαστικό “left to die”;
Ο δίσκος έχει μονάχα κορυφές να επιδείξει και με κομματάρες όπως το “pull the plug” ή το “open casket”, το συγκρότημα έχει ήδη καπαρώσει την θέση του στους μεγάλους της metal ιστορίας.
Όσο για το πόσο σπουδαία ήταν η παραγωγή, αξίζει να πούμε μονάχα ότι οι Napalm Death ζήλεψαν τον ήχο του “leprosy” τόσο, ώστε να μπουν στα ίδια studios την επόμενη χρονιά και να κυκλοφορήσουν το φοβερό “harmony corruption” άλμπουμ τους.



Το παίξιμο γίνεται πολύ πιο περίπλοκο ,ενώ τα τύμπανα του bill «κλειδώνουν» φανταστικά με το σπουδαία κιθαριστικά riffs..
Aκόμη και οι μπασογραμμές του butler* είναι παραπάνω από ικανοποιητικές.
 (*η συνέχεια επ’αυτού στο “spiritual healing”)
Ο Chuck έχει βελτιωθεί τρομερά στο παίξιμο του, ενώ τα σόλο του είναι πραγματικά απολαυστικά, συνοδευμένα από τα αντίστοιχα του Rick τα οποία είναι χαοτικά, slayer νοοτροπίας.
Τα φωνητικά ,πλέον πιο εκφραστικά και σήμα κατατεθέν πια, παρότι διατηρούν την ακρότητα τους στο ακέραιο.
Επίσης όμως τεράστια διαφορά παρουσιάζουν και οι στίχοι.
Κι εδώ εντοπίζω μια παράληψη σε όλα τα αφιερώματα – κριτικές που κατά καιρούς έχω διαβάσει:
Το “spiritual healing” είναι αυτό που χαρακτηρίζεται ως “turning point” όσον αφορά τον στιχουργικό τομέα στην καριέρα των death, «στοιβάζοντας» στην ίδια γωνιά το “scream..” με το “Leprosy”.
Μεγάλο λάθος.
Αλλά ακριβώς σε αυτό το σημείο γίνεται ξεκάθαρη και η ευφυΐα του Chuck, καθώς αποφασίζει (μάλλον συνειδητά) να δώσει στους «μεν» αυτό που οφείλει και στους «δε» αυτό που επιθυμεί..
Με το άνωθεν σκεπτικό, ο Chuck γράφει με καφρικο τρόπο («οφειλή») ,περιγράφοντας όμως πραγματικά γεγονότα (επιθυμία).
Έτσι δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό το πραγματικό νόημα των τραγουδιών.
Συγκεκριμένα στο “left to die” οι στίχοι μιλούν για την φρίκη του πολέμου, ενώ το “born dead” μας μεταφέρει την αγανάκτηση του στιχουργού για τα παιδιά του τρίτου κόσμου και τα συμφέροντα που υπάρχουν πίσω από αυτό.
Το “hit” “Pull the plug” μας μιλά για την μηχανική υποστήριξη και το “open casket” για μια κηδεία, που σύμφωνα με πηγές , ο Chuck το έγραψε για τον αδερφό του..
Σε πραγματικό γεγονός αναφέρεται και το “Choke on it” , το οποίο περιγράφει ένα ταξίδι μεταναστών το οποίο κατέληξε σε τραγωδία.
Μονάχα τα “primitive ways” και “forgotten past”  συνεχίζουν την παράδοση του “scream bloody gore”. Ακόμη και το ομώνυμο τραγούδι, βρίσκεται κάπου στη μέση.

Αξίζει ακόμα να σημειωθεί,πως η αμερικανική έκδοση  βινυλίου της combat  ήταν σε gatefold ,ενώ διαθέσιμο ήταν και ένα picture disc.
Η ευρωπαική έκδοση δεν ήταν gatefold,ωστόσο περιείχε ένθετο.

Όπως και να έχει το “leprosy” είναι ένα φανταστικό άλμπουμ, πιθανόν το αγαπημένο μου από Death  (ή έστω ένα από τα τρία), ενώ σίγουρα πρόκειται για ένα από τα πιο λατρεμένα μου στην ιστορία της μουσικής.
Λέξεις και δηλώσεις που γράφονται δύσκολα και με πονοκέφαλο, μιας και ο Chuck είχε μάλλον προ-αποφασίσει να τηρήσει αυτό που όλοι προσπαθούν και κανείς , έστω μετά από ένα σημείο, δεν πετυχαίνει:
Κάθε άλμπουμ να είναι καλύτερο από το(α) προηγούμενο(α) .

Έτσι κι αλλιώς βρισκόμαστε μονάχα στην αρχή…

…η συνέχεια σύντομα στο β’ μέρος…





Γιώργος "Marooned"


2 σχόλια: